Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2007

...ακούω κάτω από το στήθος σου τη καρδιά μου


...ακούω την ανάσα σου πίσω από το τοίχο,τά παγωμένα σου δάχτυλα καθώς τρίβονται πάνω στο σοβά,φαντάζομαι τα χείλη σου την ώρα που σχηματίζουνε κατάρες,γνωρίζω πλέον ποιός είσαι,έχω τα σημάδια των ματιών σου πάνω μου,απόδειξη της παρουσίας σου εδώ,την σκόνη των παπουτσιών σου στο διάδρομο...

...πέρασε καιρός από τή μέρα που αποφάσισα να σε ακολουθήσω,πίσω σου να κρυφτώ παραμονεύοντας την αλήθεια που κρύβεις στίς τυφλές παλάμες τής παραμονής,στέκομαι τώρα εδώ,στο άδειο σκοτάδι,έχοντας στο αίμα μου τη στοργή της οργής σου...

...σφραγίζω τα μάτια μου στο φώς,ελπίζωντας πώς έτσι θα χαθώ από το πεδίο που η όραση σου σαρώνει με την επιμονή του αρπαχτικού,οριοθετώ το χώρο μου,σέ μια απέλπιδα προσπάθεια να σωθώ από σένα...

...σέ κρατάω πιά,είσαι δικός μου,στην πάνω πλευρά της παλάμης μου,έχω το πρόσωπό σου χαραγμένο,είσαι το τέλος μου και σού το παραχωρώ...

...έχω ξανάρθει εδώ,στην ανάμνηση του παρόντος στό παρελθόν,γνώριμο το κενό δωμάτιο της φιλοξενείας σου,και οι σταγόνες στό πάτωμα ιριδίζουν επικίνδυνα...

...ήρθε η στιγμή που η προσμονή επιβάλει,το κρανίο σου κλυδωνίζεται από τις αναταράξεις της νύχτας στό ποτήρι με πάγο,αλκοόλ που δεν έχει ωριμάσει ακόμη παλινδρομεί στους μετέωρους ιστούς τού μη όντος...

...θα κρατηθώ όσο μπορώ,από το τεντωμένο σχοινί που συγκρατεί το πουλί της συμφοράς,το άγριο ένστικτο του διώκτη μου,θα αποτελέσει τον οδηγό μου στό δρόμο προς τή τρέλα...

...σκωπτικά χαμογελάς στο είδωλό σου,από τις άκρες των χειλιών σου κυλάει το τελευταίο αντίο,αφήνοντας μιά γεύση από αφυδατωμένο χαγκόβερ...

...πίσω από τον τοίχο είσαι εγώ,η σκιά της αυπνίας ζυγίζει όσο ένας χρόνος στο υποκειμενικό σύμπαν του σκύλου που τρώει τα κάδρα,ακούω κάτω από το στήθος σου τη καρδιά μου,την καρδιά μου που οφείλει τον χτύπο της σε εσένα που μέσα στο στήθος μου τρώς τα κάδρα...

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2007

...να σκέφτεσαι τον άλλον γιά νά τόν σώσεις


Σκέφτομαι πως ετούτη τη στιγμή

κανένας δέ μέ σκέφτεται μέσα στο σύμπαν,

πώς μόνο εγώ μέ σκέφτομαι,

κι άν τώρα πέθαινα,

κανένας,ούτε ο εαυτός μου,δέ θά μέ σκεφτόταν.

Κι εδώ αρχίζει η άβυσσος,

όπως όταν κοιμάμαι.

Είμαι το ίδιο μου τό στήριγμα και μού τό αφαιρώ.

Συμβάλλω στην επένδυση τών πάντων μέ απουσία.

Ίσως αυτός νά είν’ο λόγος

πού τό νά σκέφτεσαι έναν άνθρωπο

είναι σά νά τόν σώζεις.

ROBERTO JUARROZ σε μετάφραση Αργύρη Χιόνη

...να σκέφτεσαι τον άλλον γιά νά τόν σώσεις,σε αντιδιαστολή με την ιδιοτέλεια τού σέ σκέφτομαι γιά νά μέ σώσεις/ολοκληρωτικός μάρτυρας της παρουσίας μου/η ανάγκη τού άλλου ώς καθοριστικός ρυθμιστής της δημοφιλίας μου/θα σε αναγνωρίσω όταν ασφαλώς μπορώ να βασίσω στην αναγνώριση αυτή,την υποταγή σου στη ματαιοδοξία της αγελαίας αναρρίχησης στην ιεραρχία της κοινότητας/η ομάδα πού δέν υπάρχει,αναζητά τη ταυτότητά της,στην ακίνδυνη ανταλλαγή φιλοφρονήσεων:πόσο σε θαυμάζω πού με θαυμάζεις.../πλάθοντας το μύθο της ιδανικής κοινωνίας,εμφορούμενοι από μιά κίβδηλη ανάγκη επαφής,θυσιάζουμε στο βωμό της,την αλήθεια τής ύπαρξης:υπάρχω γιά νά ξεχαστώ/η ανάγκη της υστεροφημίας διέπει βάναυσα τις προθέσεις μας σε βαθμό αλλοτρίωσης/θα ξεχαστώ ούτως ή άλλως/η σημασία που δίνουμε στην ιδιοτελή επικοινωνία,μας καθιστά εμπόρους της ζωής:μίλησε μου γιά νά σού προσφέρω την επιρροή μου στα μέλη της ομάδας μου/μικροπρεπής συναλλαγή πού καταλήγει πάντα στην εντύπωση της ικανοποίησης,τη στιγμή που ο Εαυτός,πνίγεται φιμωμένος στα σκοτεινά δωμάτια της αμφιβολίας/αμφιβολία πού γεννιέται από τό έλλειμα που προκαλεί η μοναξιά της Επίγνωσης/οτι ο Άλλος είναι η αιτία της συμφοράς μου.