Πέμπτη 30 Απριλίου 2009

Ψωμί


Εδώ
Εκείνος που πιστεύει
Μεταξύ
συνεκδοχής και βαριάς ήττας

…δεν ξέρω αν πρέπει να σου γράψω, άλλωστε δεν υπάρχεις, ή κι αν ακόμη υπήρχες τί θα μπορούσα να σου γράψω; Εγώ, ένας άνθρωπος χωρίς ιδιαίτερη ικανότητα, όχι μόνο σε ό,τι αφορά την επικοινωνία, αλλά ειδικά μιλώντας, στην ικανότητα να περιγράψω το χάος μέσα στο οποίο θα κληθείς να ζήσεις. Δεν γνωρίζω τι είσαι, από που έρχεσαι και σε τι ελπίζεις.

… νομίζω ότι είμαι ό,τι χειρότερο μπορεί να σου τύχει, το ανακόλουθο τέλμα στην αλληλουχία της διαπαιδαγώγησης, ένα βραχυκύκλωμα στο κύκλωμα της ζωής.

... θα είμαι συνεπείς στις υποχρεώσεις μου όπως ένας διακόπτης, όμως τι νόημα θά’ χει αυτό όταν δεν θα μπορώ να σε ακούσω, να αναγνωρίσω πίσω από το κλάμα σου τις επικλήσεις στον άγνωστο-κατά συνθήκη-θεό, τα «κακά» χωρίς νόημα;

... για να κοιμηθείς θα σου διαβάζω Μπέκετ, για να ξυπνάς θα σου τραγουδώ Αγγελάκα, καθώς θα κυλάνε τα παιχνίδια σου, θα σου φτιάχνω έναν κόσμο από δάκρυα και χώμα, θα ακονίζω τα μαχαίρια σου για φόνο, γιατί θα πρέπει να με σκοτώσεις για να ζήσεις.

... εγώ, όπως κανείς άλλος, δεν πιστεύω στην διαιώνιση των ειδών, αλλά με έναν τρόπο μακάβριο σε αγαπώ, χρειάζομαι την παρουσία σου για να συνεχίσω να υπάρχω μέχρι το τέλος αμιγής, πλήρης όπως λέμε ημερών, με το βλέμμα της συνέχειας καρφωμένο στο μέτωπο.

... ταυτίζοντας την ελπίδα με τον ίσκιο της παρουσίας σου, στην υποσχόμενη αυταπάρνηση και το νόημα των αργιών, θα διασχίσω τα εργαστήρια βιοτεχνολογίας και τις αίθουσες αναμονής των μικρών ανθρώπων σε παύση, ώστε να αντιπαρέλθω την μειονεξία μου, την ανικανότητα μου να μοιράζομαι.

... η μάνα μου μας μεγάλωσε με το cosmopolitan και από πολύ νωρίς μάθαμε να διακρίνουμε το καλό λάδι. Ο γυαλιστερός τύπος που μας χτύπησε την πόρτα δεν ήρθε για τα ασημικά, είχε βάλει στο μάτι το κλήμα που δεν το έφαγε ο γάιδαρος. Τα δέντρα για να μεγαλώσουν ήθελαν παρέα και το αζιμούθιο στο κασετόφωνο χρειαζόταν ρύθμιση, αλλά ήταν κιόλας αργά, το σχολείο δεύτερης ευκαιρίας αφαίρεσε την ευκαιρία.

Ενώ φοβάμαι, στέκομαι.
Θα με αγαπήσεις;
Ο κόσμος μου... θα σε τρομάξει;

Πέμπτη 16 Απριλίου 2009

x(ορός)

πληρώνει, λέει
γιαυτό και στέκει
βουβός
κάτω απ' τον ίσκιο του

darklight

φαντάσου ένα πτώμα χωρίς ζωή
ένα βλέμμα δίχως νερό
τον αέρα να γελάει όλο χάρη
γελάει
το σκοτάδι

Psychoδηγός

ο ψυχάκιας,
που στον παραμικρό κλυδωνισμό θα τα γαμήσει όλα

που κλέβει τα ρούχα μου
στις παρελάσεις
στριμώχνει την μέρα μου
ρουφάει τον καπνό απ' τα τσιγάρα
διαλύει το νερό μου
πίνει από την ανάσα μου το φως
διαρρηγνύει το εμπρός
στην άλλη πλευρά του φεγγαριού
πόδια πάνω στο σύρμα

Δευτέρα 13 Απριλίου 2009

AdayAfter(burning)

Επόμενη μέρα, η μετά από εκείνη που δίψασες στο σκοτάδι/μέρα. Ο φόβος χαμογελάει καθώς ξαποσταίνει από το τέλος της κούρσας, της χωρίς μάταιο τέλος επιβεβαίωσης. Τα μάτια αδίστακτα συναντιούνται ξανά στο σκοτάδι της τελικής έκλυσης, το απόσταγμα των στιγμών της βίας, σε δοχείο των 5ltr, για χάρη ενός gourmet της αγάπης.
Τα χέρια μηχανεύονται τους τρόπους για να είναι μαζί, σχεδιάζουν στον αέρα τα σύρματα που τα ενώνουν. Ο ουρανός ανοίγει τις πόρτες του για να κλείσει στο blue την αδημονούσα ευχέρεια της μετά-συγχώρεσης. Τα χέρια αστειεύονται ασφαλώς-rubbing με λίπος αθώας φώκιας
Η αγκαλιά, όπως λυτρώνει, μεγαλώνει μέσα σου την απόλυτη αίσθηση της ολίσθησης σε ζεστό καφέ με baileys, την πυκνότητα του αλκοόλ με γάλα, την παραφορά των ανθρώπων που σιχαίνονται το γάλα και την καταστροφή του πιάνου. Η αλληλουχία της δημιουργίας και η έναρξη του τέλους της/διψάω, πεινάω, στέγη πάνω στο κεφάλι του πόνου/πονώντας καθώς αγνοείς τον πόνο του άλλου, τον φόβο του κενού, την απώλεια του βλέμματος του στην ράχη του άδειου πουκαμίσου σου.
Πώς να εξηγήσεις, ότι ακόμα κι αν δεν μπορείς να καταλάβεις το πως, η ευθύνη της άγνοιας είναι δική σου, ότι δηλαδή η απώλεια της βαρύτητας και ο ήλιος που τρέφεται με το σκοτάδι των βλεφάρων σου, είναι ο μόνος τρόπος να μετοικήσεις στο παρόν, μακριά από τις χίμαιρες της ενηλικίωσης, από τον εφιάλτη που ξυπνάει τη νύχτα μέσα στη μέρα.
Ο λόγος επισκευάζεται όπως το ψυγείο που ενοχλεί, στο σκοτάδι διασκευάζει τα χνώτα της νύχτας, διακριτικά συντηρεί την επάνοδο στην βρώση.
Να τραφείς από τα δάκρυα που πνίγω, όχι εγώ, όχι γιατί πνίγω, το αίμα μου, μόνο επειδή λερώνω με τις βρώμικες πατούσες μου το τζάμι του παραθύρου και σου ζητάω να περάσεις έξω.

Πέμπτη 9 Απριλίου 2009

No man's Land(αναπόδραστο)

Ανοίγεις στα δυο το βλέμμα του άλλου, για να φυτέψεις τελικά μια σφαίρα στην καρδιά σου/ο ουρανός δεν είναι τα σύννεφα της Αμελί, ούτε η ψυχή μια φωτογραφία στιγμής από πόλη σε πόλη/τα δάκρυα όταν κυλάνε δεν λυτρώνουν, μόνο βαπτίζουν τις στιγμές στο αίμα/κοιτάζεις από ψηλά, το κενό που διστάζει, τα χέρια που τεντώνονται να ανοίξουν την μέρα, το άδικο που επιβάλλει σε κάθε τριγμό του την άρνηση της επόμενης μέρας/στο κυτίο παραπόνων άφησες τα κλειδιά σου, έκλεισες πίσω σου την πόρτα του Las Vegas και ο δρόμος κατάπιε τα τελευταία περιττά klgr της ανώφελης ύπαρξης σου/τα φαγωμένα le man σε οδηγούν στο τέλος της νύχτας, στο τέλος των παράνομων πιγκουίνων του εφησυχασμού, στην άκρη του μη τόπου/η παρέα των αρουραίων, που επελέγη ως έσχατη λύση στο μαρτύριο της απώλειας, μηρυκάζει το δέρμα τής διεξόδου/τα απολυμαντικά θα κάνουν τη δουλειά τους-θα γίνουν το μισογεμάτο ποτήρι της θέασης/θα χάσεις τον σφυγμό για χάρη μιας επιπλοκής που θα σε οδηγήσει σε άμεσο μαρτύριο, επαναλαμβάνοντας το ίδιο λάθος, την ίδια μαθηματική ακολουθία, εκείνη που θα σε φέρει πιο μακριά από την πολυπόθητη ταύτιση, την με τόσο κόπο αποκτημένη/θα γίνεις το στοιχείο που αναιρεί τη σύνθεση, ο βρόχος που πνίγει την άνοιξη, η φωτιά στο λιμασμένο εγώ/στην οργή του άλλου γεμίζεις τα ποτήρια της αντιπαράθεσης με το δηλητήριο της ιδεοληψίας/φτωχή ψυχανάλυση σε δωμάτιο με ψύλλους, το κουφάρι σου φλερτάρει με την εξαπάτηση, αποθέτεις στη βία την λύτρωσή σου/απαιτείς ένα δίκαιο τέλος, μιαν εκπυρσοκρότηση στο πρόσωπο κι ένα έργο τέχνης στον τοίχο/γεννήθηκες δειλός και δεν προφταίνεις...