Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Παίζοντας σκάκι με τον Duchamp



     Deep brown κοστούμι με thin εκρού κάθετες ρίγες συγκρατεί το χρόνο εντός του, στις ραμμένες τσέπες τα ακρωτηριασμένα δάχτυλα ενός ολισθηρού σχεδιάσματος για την επιβλαβή αντιμετώπιση του καθωσπρέπει χιούμορ. Ο Marcel Duchamp κοιτάζεται στον καθρέφτη.

Από το σφιχτό, φτιαγμένο από καθαρή ειρωνία, κάδρο η με βία διασπώμενη αναρχική καρέκλα της αναρρίχησης απαιτεί από το επουσιώδες φόντο την ανατροπή τού σε πρώτο πλάνο αδιάφορου πωλητή σαρδόνιων χαμόγελων. Μετά από τέσσερα λεπτά καυτής σύμπτωσης ο ιβίσκος αποχαιρετά όλα τα πρωινά του κόσμου.

Ο Marcel Duchamp σε βιτρίνα με μήλα, ο καρπός στο γυμνό χέρι της άνοιξης, τα χείλη βουτηγμένα στο αίμα ενός πόθου που άναψε και έσβησε άφιλτρα μπλε τσιγάρα σε πρόσωπα ξεχασμένα -πάντα- πριν το πρωί. Στα παπούτσια που γλιστράνε στο χιόνι η αντανάκλαση του δρόμου που σπρώχνει την πόλη.

δόντια, χέρια, άδικο ποδήλατο, καταπίνει λαίμαργη συνεισφορά, η εξέλιξη των ειδών που κατέβηκαν απ' την καρέκλα... 

χέρια βουτηγμένα στους 90 βαθμούς για 3', το άρωμα του σκύλου που πασχίζει να θυμηθεί τη γραμμικότητα ενός αδέσποτου χρόνου, κουράγιο σε φιαλίδιο των 13ml, η όραση είναι TV με control σε αυνανιστική αναμονή...

διασχίζω ό,τι απέμεινε από μία ανάμνηση που μηρυκάζει το παρόν με παράφρονη οδοντοστοιχία, το στόμα μου μυρίζει καμένο λόγο σε γλώσσα που έλιωσε στο σύρμα  της αυτοανάλυσης, καταπίνω φωτιές και φτύνω αίμα σε λαξεμένη βολικότητα...

απόψε η ειρωνία είναι δέκα μέτρα μπροστά και πίσω της ακολουθούν η μητέρα και ο αέρας που στέγνωσε στα μάτια μου. Να θυμηθώ να κλείσω το θερμοσίφωνα καθώς βουλιάζω στην ακινησία της ευρηματικής σιωπής του 1Χ1 παράφορου ενθουσιασμού. Είμαι αόρατος σήμερα όπως και χθες αλλά περισσότερο αύριο. Αύριο, θα γαμήσω ένα δέντρο με πράσινα χαμόγελα και θα χαράξω στον κορμό του μία παύση. Αύριο.

Κλαυσίγελος.

ισχυρός φόβος εκκένωσης του επάνω ορόφου, μοιάζει με πόνο στο ποτήρι που κατέβασες από το πρωινό ντουλάπι να σε συναντήσει το βράδυ. Κυριολεξία δέρνει τους τοίχους, η γάτα είναι το μαλθακό ζώο που δεν θα σηκώσει το τηλέφωνο, καρφώνω στο πάτωμα τις μπότες της εξόδου, κοιμάμαι όρθιος, ένας τηλεφωνικός θάλαμος του '80, ακούω noir desir.

ο συρμός των πνευστών με καταδιώκει, στρίβω σε έναν οικείο διάδρομο, η αλαζονεία είναι η υφέρπουσα ευγένεια της επιστρεφόμενης αντανάκλασης του ατμού της προσπάθειας να μάθεις το απέναντι σώμα την εποχή της αναπαραγωγής. Κρύβω τα μάτια μου, σπατάλη ενέργειας, να επιμένεις να κρατηθείς από τον ίσκιο σου ενώ βουλιάζεις στην απόλυτη έλλειψη επιθυμίας, στο βαθύ άδειο τού δεν γουστάρω.

άνοδος της θερμοκρασίας μπροστά από το σημείο που βρίσκεται ό,τι αναφέρεται ως συνείδηση, τρίβω τα βλέφαρα τριών πραγματοποιήσιμων επιθυμιών, είμαι εγώ που δεν κάνω για σπίτι αλλά διακρίνομαι στις απότομες καμπές και τις ανωφέρειες δίχως τέλος, ο ιδανικός εντολοδόχος της αδράνειας και της κατεστημένης άρχουσας τάξης, ο απών στο τραπέζι του σκάκι.

καταδιώκοντας το καρότο της διαιώνισης στο σύντομο ταξίδι -κοινοτοπία- της ύπαρξης, αρνούμαι να ακούσω τον άλλο που χωρίς τα μάτια μου επάνω του λανσάρει την ιδέα της τηλεπάθειας ως πανάκεια για την αντιμετώπιση της μοναξιάς και λοιπές μετά-παρά-φυσικές μεθόδους για την αποκαθήλωση του χειμώνα.

Κούραση από το falloff του φωτός στην αλληλουχία παραθύρων που φέρνουν το άρωμα σου.

δεν έχω θυμηθεί ποτέ κάτι που έχω ξεχάσει οπότε παραμένοντας συνεπής στην παραπάνω αρχή θα υπαναχωρήσω όπως το πρωινό φως από την πτώση στο πίσω κάθισμα του ταξί της επιστροφής.




Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Στο ψυγείο, περιμένοντας, ώρες

Η αποφορά του θανάτου στο στήθος

Η μετατοπισμένη εκλέπτυνση των οστών

Ο σφυγμός του αδηφάγου ιστού της αποσύνθεσης

πολλαπλασιάζει τις αποικίες του στα χείλη

χρεωμένες οι ανάσες της αναμονής σε ψυγείο

κάπου στο μέλλον

Το σάλιο αντί τροφής

Δηλητηριάζοντας το αίμα της άνοιξης

Κλειδαριές

Όργανα γυμναστικής

Η ανάμνηση της πτώσης

Σε έναν ύπνο βαθύ

Όπως ο σάκος που πνίγαμε

όταν διψούσαμε πολύ

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Aμπα une boîte avec des courbes



Στο σημείο όπου η συνάντηση παύει να είναι σύμπτωση, που η η επαφή των άκρων αποτελεί την προαναγγελθείσα συνέπεια: της αμηχανίας νόθο παιδί η συμπάθεια, και η αναγνώριση μία γλώσσα που δεν γνωρίζει.
Τώρα χρησιμοποιούμαι, υπό την εκμετάλλευση σου, για τις ανάγκες της προώθησης του προϊόντος, της ιδέας στο καινούριο κουτί. Θα κάνεις τον έξυπνο και θα σου επιτρέψω να νιώσεις άνετα με αυτό, λόγω καλής ανατροφής, μπορεί να σου χαμογελάσω. Παρόλο που με κουράζει που υπάρχεις σε βάρος της πολυπόθητης γαλήνης, και καθώς η παρασιτική ευφράδεια του λόγου σε παλινδρόμηση πάει με τις Bades, θα διαθέσω στο φλύαρο κενό σου τα 2/3 του χρόνου μου για να χωρέσεις το συμπλεγματικό εγώ σου.
Αν και συμβατικό ον ποτέ δεν κατάφερα να μάθω πόσο χρεώνεται: πόσο κοστίζει η θερμιδο-ώρα, πόσο πάει το χιλιόμετρο στο yaris μου, πόσα βιβλία πρέπει να πουλήσεις για να πάψεις να είσαι κάποιος μαλάκας και να γίνεις ο Μαλάκας. Εντυπωσιάζομαι πάντα από την ικανότητα με την οποία ο χειραφετημένος νους γνωρίζει και αναλύει τα οικονομικά των άλλων...
...και καθώς το λεωφορείο της γραμμής 27 σε μεταφέρει σπίτι, φτύνεις τα απομεινάρια του Σολωμού στην αγκαλιά της fakeslimblackwear γυναίκας σου.

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

Ο αέρας μέσα μου πλεονάζει
στα μάτια το φως περισσεύει
παντού γύρω σκοτάδι
ουρανός πια δεν υπάρχει
φόβος
επιτηδευμένη ειλικρίνεια
εικονικό δίκαιο των αθώων θηλυκών
σε παρατάσεις υπακοής
στο στήθος στεγνώνει ένα χάδι
κάρβουνο στη θέση της καρδιάς
σχεδιάζοντας τον τρόμο της φυγής
στο σχέδιο ένα ζώο ξαποσταίνει
μισάνοιχτο στόμα
φωτιές για μάτια
η γλώσσα μου νιαουρίζει

τα μάτια μου όπως τα χέρια συνήθως όπως άλλωστε έχει ειπωθεί ξανά διατηρούν την προσήκουσα ως προς τον κανόνα που επιβάλλει τα μάτια όπως τα χέρια ως συνήθως ξανά να διατηρούν την initial θέση τους σε ένα διηνεκές που μπάζει από τα push χαμόγελα και τις άδειες χρήσεις των υβριδικών οραμάτων επιτηδευμένα αθώων κτητικών αρσενικών άρα διατηρώντας κάθε επιφύλαξη διαρρηγνύω τον κύκλο των οράσεων και απαιτώ να μάθω αν ο πληθυντικός αυτός υπάρχει…

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

RAW από το νερΟο




ο Α πίστευε πάντα ότι το τέλος είναι η φιλική σύγκρουση με διερχόμενο άγνωστο όχημα στη διασταύρωση των οδών Τσιμισκή με Κούσκουρα υπό την επήρεια διαχρονικού H0T D0G χωρίς πατάτες, και αυτό το ακαριαίο push που προκαλεί η ροπή στη μεταφυσική του αλκοόλ που κυλάει δίπλα σε κάθε στιγμή που δεν αναγνωρίζει τη γραμμικότητα του χρόνου και αναπηδάει όπως η βελόνα του πικάπ στο μεταίχμιο εφηβείας-νεότητας, κρατώντας την αναπνοή της σε μία προσπάθεια να μη συμβεί. Η βεβαιότητα με την οποία περιέβαλλε τα πράγματα ήταν το αναπάντεχο φως στην καρδιά του χειμώνα, ο δρυοκολάπτης της αϋπνίας στο μονότονο κάλεσμα μιας lounge ετερότητας, με φόντο τη στερημένη από simplicity καθημερινότητα και τις τρεκλίζουσες απόπειρες μετάβασης σε ένα αύριο με στολές εργασίες, πλαστικών χαμόγελων ...ντοπαρισμένης χαράς σε αφθονία. Η σορός του άτυχου νεαρού μεταφέρθηκε με επιτυχία από το backup της εταιρείας στον προθάλαμο της ανυπαρξίας για το απαιτούμενο restoration. Στο δρόμο η επιστροφή των ομόηχων ουσιαστικών κάνει το on the road απόσπασμα φλύαρης επιβεβαίωσης, μία αφορμή αντιμεταβίβασης της νόσου των ματαιόδοξων αγελάδων ταχείας ανάπτυξης στα ζοφερά πίσω από τα μάτια κενά χαμόγελα των ευρηματικών ηλίθιων τόξων που τεντώνονται κάθε φορά σαν για να φτάσουν απέναντι, δηλαδή εδώ, που σημαίνει τώρα, αυτή την παραληρηματική καθωσπρέπει παλινδρόμηση που πάντα αρνείται την ύπαρξη καταφεύγοντας στις ready made θεραπείες, στην αρρώστια της μεθοδευμένης χαράς, στο όλοι μαζί μπορούμε να κρατηθούμε από επίμονο beat της καρδιάς του άλλου, εκείνου που έχει ακόμα, του άλλου με Κ σε Γωνία με Α αρνητικό, βαμπιρίζοντας στις φρέσκες πτυχές νεανικού περιτυλίγματος, μηρυκάζοντας το μπλε από τον καπνό που κάποτε έσπαγε τη νύχτα σε καραμελωμένα κομμάτια raw έμπνευσης, ρο από το νερό

Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

AnAκύκλωΣη ηλεκτρικών ΣυΣκευών



ήταν ακόμα τώρα, ο άνθρωπος, τα illustrated μάτια, το πηγούνι με τα καλογυαλισμένα μπουτόνOFF, o ουρανός κάτω από το κουρασμένο κουφάρι της μέρας, ματωμένες κεραίες στο μετέωρο χαίρετε της πόλης, τα χαμόγελα συνωστίζονταν στο σταθμό της ρουτίνας εκστατικά προσμένοντας το άναμμα της νύχτας, εδώ ακόμη ένα κτήνος, η τεμπέλικη ουρά του δράκου, η φωτιά που τρέχει να κρυφτεί μακριά από τα μάτια των πιστών της, οργή από ατσάλι και μέσα της η καρδιά θωπεύει τον αβυσσαλέο αντίκτυπο της, σκουλήκια και νομίσματα στις τσέπες, δάχτυλα σε αναζήτηση συντρόφου, συγκρουόμενες λέξεις και λόγος σε πτώση από το ανοιχτό παράθυρο της θλίψης, ανεβαίνοντας six ορόφους, καταπίνοντας ατόφια θέαση, άμεση μεταφορά του τόπου και η μάταιη χαρά του ορώ από ψηλά, το χαμερπές προσοφθάλμιο του οίκτου, γυμνός από χαρά, αλλού ο φελλός και αλλού η φιάλη, ανακυκλώνοντας τις μνήμες ενός καθολικού αμφιβληστροειδή, πλυντήριο global ανάμνησης

Τρίτη 12 Απριλίου 2011

Urban προσηλυτισμός

Πρώτα πεθαίνει η ελπίδα, μετά ο σκύλος του γείτονα.

Δίπλα από το κτηνιατρείο η πραγματικότητα και εντός της ο σάπιος πυρετός της εφήμερης δράσης, επίφαση του δημιουργικού κύματος που σαρώνει τον αστικό ορίζοντα. Βαδίζοντας προς τα κάτω οι σκέψεις προκαλούν ένα βόμβο που σπρώχνει το βλέμμα στον σβησμένο πυρήνα της ύπαρξης ...μετρώντας τα σημάδια των δαχτύλων πάνω στο τζάμι πίσω από το οποίο με παρατηρώ ...να μην είμαι εγώ αυτός που τώρα βουλιάζει στην πιο βαθιά νύχτα της ανυπαρξίας/ στο πηγάδι του τίποτα το μαύρο νερό του σε ...φιξ καρέ τη δισδιάστατη ζωή μου στο τώρα που σβήνει.

Κρυώνω αλλά δεν έχει σημασία πια, κρύωνα πάντα όπως ακριβώς ήμουν μόνος πάντα ...point σε λευκό φόντο και μετά κενό.

Τίποτα δεν διαφέρει πραγματικά όπως και τίποτα δεν ενδιαφέρει ...

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Ηθική (τρίτος δρόμος) εναλλαγή με avAnt GARD(en) σε δημιουργικά cells τρίΤων



μέσα
το γυμνό φως
κοιτάζοντας
ανείπωτες σιωπές
η αναμονή του προτεταμένου βλέμματος
άγρυπνος υποτακτικός
της ακολουθίας των έρημων υγρών δαχτύλων
από συστολή
τανυσμένο χαμόγελο σε σάπια ανάσα
η κόντρα των αυλικών
ατέρμονη επικράτηση της στείρας κατάφασης
να υποκύπτεις στη θωπεία
της απαστράπτουσας εξουσίας
κουρεύοντας το αυτί
αριστερού αυγού
καταπίνοντας έλεος

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

καθώς περίμενα αυτά που θα συμβούν με είδα να πεθαίνω όπως όταν σπρώχνεις κάποιον για να περάσεις δηλαδή ακριβώς όπως όταν κάνεις όταν περνάει το βαγόνι σου και εσύ χαμογελάς σαν να ήσουν πάνω και μετά γελάς γιατί έφαγες τα σούτια σου στην είσοδο του marketing για άγνωστο σκοπό όπως να σου έσπαγε ο Αντώνης το τζάμι σε μία απόπειρα απομάκρυνσης του ειδώλου του από την υγρή αντανάκλαση τού έχω να δώσω πακέτα με χαρτομάντηλα: να στεγνώσεις την επιθυμία της διάκρισης τελικά όπως όλοι και να γίνεις χρησμός.

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

(Sol)d out

Υποκρισία
Πρόσωπο λαμπερό στην αθέατη πλευρά της μέρας
Το ιριδίζον χαμόγελο της αθανασίας
Η τεχνητή οδοντοστοιχία της παλλόμενης σιωπής
Συριγμοί στην προσηλωμένη ακοή της παθητικής συγχρώτισης
Με ετερόδοξους ιανούς-σωτήρες της παλινδρόμησης
Ο φόβος του φόβου
Η κακοδιαχειριζόμενη εξουσία της σκιάς σε διαύγεια
Δίπλα αλλά υπό το φως
Αυτοδιαχειριζόμενος το χλιαρό έλλειμμα της έρπουσας διάνοιας
Λείχοντας τα σάλια της μετάληψης
Από το χέρι σε πτώση
Ουρανός σε στιγμιαία αναπαράσταση 3/4 ηλεκτρονικά διεγειρόμενης ίντσας
Γραφείο ενοικίασης συντρόφου σε primetime zone
Με την απαίτηση της εκτόνωσης μιας βίας που δεν ξέσπασε ποτέ
Σε ένα κέντρο που θυμίζει ξεπλυμένο παιδικό στοματικό διάλυμα
Στο επισκευασμένο στόμα ενήλικα
Αντηχεί από τα μέσα προς τα έξω
η σιωπή
ο διψασμένος Φόβος

Ο παλμός ενός ζωτικού οργάνου προς πώληση

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

TV 100 (BOSCH)


καμιά φορά σκέφτομαι-λες και το να σκέφτομαι είναι κάτι που μπορεί να συμβεί-πως τα δόντια μου χαμογελάνε στο δάκρυ όπως αν καθόμουν στο κέντρο του δωματίου που δεν είναι δικό μου και έλεγα πως δεν είναι δυνατό να κάθομαι τώρα εδώ και να σκέφτομαι για όλους εσάς χωρίς λόγους, κάποιος λόγος θα υπάρχει να μηρυκάζω όπως άλλοτε τα γελοία χάδια των σπουδαρχίδων και η εξουσία των οκτώ και τριάντα...
ήταν τόσο αστείο να κάνεις πως νοιάζεσαι...

Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

friendlagunmikvinuramigotemanφίλος



ο φίλος:
θα σε νοιαστεί όταν θα είναι πλέον σίγουρος ότι δεν χρειάζεται να κάνει αλλιώς, όταν με βεβαιότητα θα έχεις ξοφλήσει.

ο φίλος:
δεν θα σου πει ποτέ την αλήθεια, όχι για να μη σε πληγώσει αλλά για να μπορεί να σε χειραγωγεί μέχρι το τέλος της αυλής του.

ο φίλος:
δεν θα σου πει ποτέ ψέματα, πάντα με την αλήθεια στα δόντια, θα προασπίζεται το συμφέρον σου, κόβοντας στα σκοτεινά τα νύχια της γάτας που καιροφυλακτεί να αλλάξει το διάκοσμο στο οικείο αστείο.

ο φίλος:
το σκιώδες αντικείμενο της εξουσίας που θα συμμορφώνεται πάντα στις εκκλήσεις του υπό διαμόρφωση λαμόγιου για τη χαρά αφιερώματος στο freepress της γειτονιάς του.

ο φίλος:
η ανάγλυφη απογοήτευση του παγωτού σε τήξη υπό την κεκτημένη φοβία της ενατένισης άνω του ορίζοντα.

ο φίλος:
θα αποφασίσει την ανικανότητά σου ερήμην, άλλωστε αν ήσουν ικανός δεν θα ήσουν φίλος.

ο φίλος:
αν όλα πάνε καλά, θα πει: αυτός καβαντζώθηκε, να πα' να γαμηθεί, εμείς να δούμε τι θα κάνουμε, κι εξαφανίζεται.

ο φίλος:
όταν πεθάνεις έρχεται πρώτος, με μαύρο δάκρυ να κλάψει, να θυμηθεί όσα περάσατε και με απόγνωση ιαμβική, να αναλογιστεί για όσα δεν έκανε, και γύρω του οι συγγενείς υφαίνουν έναν φίλο.

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011

Μέρος p(ρώτο)


Πίσω από το διαχωριστικό τζάμι-καθρέφτη τα μάτια του με παρατηρούν, μπορώ να αισθανθώ το εξεταστικό βλέμμα του πάνω μου, τα μάτια του να σχολιάζουν την παρουσία μου εδώ, στην πλευρά της ανυποψίαστης καθημερινότητας, καθώς η διαδικασία της εξέτασης ολοκληρώνεται με την περισυλλογή των τελευταίων ανακλαστικών εκλάμψεων τού υποκειμένου, το οποίο παρεμπιπτόντως δεν αναγνωρίζει το είδωλό του ίσως γιατί η λειτουργία της αναγνώρισης των εξωτερικών χαρακτηριστικών της οικειότητας δεν έχει προς το παρόν οριστεί αποτελεσματικά, τα χέρια του καθώς σημειώνουν στον κόκκινο φάκελο τα προς ανάλυση δεδομένα, τη μυρωδιά του πρωινού ξυρίσματος να απλώνεται στον ανακλώμενο χώρο, το βλέμμα του αποστασιοποιημένο διαπερνά ή απλώς εγκλωβίζεται στο μεσοδιάστημα της αναγνώρισης αλλά ποτέ δεν εφάπτεται, δεν ταυτίζεται με αυτό που άλλο δεν είναι από τον αντιπερισπασμό που θέτει ο παρατηρητής του με σκοπό την απρόσκοπτη μελέτη των αντιδράσεων του υποκειμένου σε εξωτερικά, μη υποκειμενικά ερεθίσματα όπως είναι η άντληση του φόβου από ένα δοχείο οικείας προσέγγισης, κι ενώ αναγνωρίζει τη δυσμενή θέση στην οποία έχει περιέλθει, με το βλέμμα καρφωμένο -όπως η ομπρέλα στην άμμο εκείνο το καλοκαίρι που η μιζέρια της κατά συνθήκη παρέας μεταφερόταν από πλαζ σε πλαζ- στον κίβδηλο καθρέφτη-μεταίχμιο της αποδοχής ενός ειδώλου που τελεί σε άγνοια καθώς η ακινησία ίσως είναι συνέπεια μίας εγρήγορσης που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από εμάς, πίσω από την εικονικά ανακλαστική επιφάνεια, το βουλιμικό βλέμμα του παρατηρητή καθώς διεγείρεται από τον δείκτη του υποκειμένου που διαγράφει στον αέρα το προφίλ ενός φανταστικού διώκτη, πρωί, κάτω από το θαμπό φως του αέρα που λιώνει, με το πρόσωπο βουτηγμένο στην πυκνή αχλύ της χθες ήταν γιορτή επειδή νύχτωσε μέσα στο άδειο δωμάτιο της σκόνης πλυντηρίου 45 κατασκευαστών στιγμών των τριών δευτερολέπτων σε κλειστούς λαβύρινθους που δίνουν νόημα στη φιάλη που κρατάει τα δόντια σου σε ετοιμότητα για το τελικό χτύπημα της υγιεινής διατροφής με φόντο τα σκουλήκια που λείχουν πλαστικά πρόσωπα, κατασκευασμένες μύτες, κομμάτια της εμπειρίας, με στυλ, ριγμένα στον ώμο να ξαποστάσουν από το μακρύ ταξίδι της προβολής σε συρμούς των τεσσάρων μέτρων για τα μάτια μίας αδιάβροχης απλότητας που διαρκεί περισσότερο από τα κοινά χαμόγελα μίας χρήσης, τώρα τα χέρια στα γόνατα σαν για να πάψουν να γονατίζουν τα πρόσωπα μέσα στα μάτια, καθώς άδικα πίνουν από το παράθυρο-καθρέφτη την νευρική σε ακινησία υπόσταση του ασθενούς φίλου.
Το κομμάτι του πάγου ανάμεσα, ακούει τον άλλο καθαρά εντός του τέλους της ακοής του, τη φωνή που ξεχάστηκε, με ένα ποτήρι νερό, συνοδεία στο μπάνιο, τα δόντια του στο νιπτήρα χαμογελούν μειλίχια κάτω από το πράσινο φως της απολύμανσης, πίσω από τον πάγο εκείνος, μέσα του τα σύνθετα χάδια της οικειότητας σε ιδιοτέλεια, να μου δώσεις τους φόβους σου, να ερευνήσω στα περιττώματα της συνήθειας για τυχόν επιπλοκές, το υπάρχω όπως δεν το έχετε ξαναδεί, με τα μάτια της καθόδου από ένα όχημα διαφυγής, τα καλύτερα χρόνια σε επαγγελματικά ψυγεία δίπλα σε παρθένες εικόνες ορθόδοξης διαύγειας, κι ενώ η παρουσία όλων κρίνεται απαραίτητη, θυμάται πως αυτό είναι το όνομα του, απαραίτητα και εδώ, τώρα που ο καθένας ξαποσταίνει στην σκιά του εαυτού του, όπως αν είχαν ουρές και τις κατάπιναν, εγκαταλείπει το σώμα του για ένα καλύτερο αύριο, για ένα παρόν

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Μέρος πρώτο


Πίσω από το διαχωριστικό τζάμι-καθρέφτη τα μάτια του με παρατηρούν, μπορώ να αισθανθώ το εξεταστικό βλέμμα του πάνω μου, τα μάτια του να σχολιάζουν την παρουσία μου εδώ, στην πλευρά της ανυποψίαστης καθημερινότητας, καθώς η διαδικασία της εξέτασης ολοκληρώνεται με την περισυλλογή των τελευταίων ανακλαστικών εκλάμψεων τού υποκειμένου, το οποίο παρεμπιπτόντως δεν αναγνωρίζει το είδωλό του ίσως γιατί η λειτουργία της αναγνώρισης των εξωτερικών χαρακτηριστικών της οικειότητας δεν έχει προς το παρόν οριστεί αποτελεσματικά, τα χέρια του καθώς σημειώνουν στον κόκκινο φάκελο τα προς ανάλυση δεδομένα, τη μυρωδιά του πρωινού ξυρίσματος να απλώνεται στον ανακλώμενο χώρο, το βλέμμα του αποστασιοποιημένο διαπερνά ή απλώς εγκλωβίζεται στο μεσοδιάστημα της αναγνώρισης αλλά ποτέ δεν εφάπτεται, δεν ταυτίζεται με αυτό που άλλο δεν είναι από τον αντιπερισπασμό που θέτει ο παρατηρητής του με σκοπό την απρόσκοπτη μελέτη των αντιδράσεων του υποκειμένου σε εξωτερικά, μη υποκειμενικά ερεθίσματα όπως είναι η άντληση του φόβου από ένα δοχείο οικείας προσέγγισης, κι ενώ αναγνωρίζει τη δυσμενή θέση στην οποία έχει περιέλθει, με το βλέμμα καρφωμένο -όπως η ομπρέλα στην άμμο εκείνο το καλοκαίρι που η μιζέρια της κατά συνθήκη παρέας μεταφερόταν από πλαζ σε πλαζ- στον κίβδηλο καθρέφτη-μεταίχμιο της αποδοχής ενός ειδώλου που τελεί σε άγνοια καθώς η ακινησία ίσως είναι συνέπεια μίας εγρήγορσης που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από εμάς

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

ΑΝτιμετωπίΖοντας ιδανικά ανειδίκευτες ΠΑΡΑδοξότητες


Στον ουρανό συνάντησε ένα δόντι, την πτώση του οποίου έντυσε με κίτρινες κραυγές. Ο ουρανός ήταν πράσσεινος όπως πράσσεινος ήταν κι ο ορίζοντας, στα χέρια του έφερε τα δώρα της άγνοιας, πέτρες, μισοφαγωμένους λαμπτήρες υγρής πυράκτωσης, και την διαυγή φωνή του κονιάκ 3οών αστέρων του Ματζέστικ -πριν την οριστική απαλλοτρίωση του από τα τετράποδα Α’ κατηγορίας που συνηθίζουν να κάνουν την ανάγκη τους σε χώρους με μακριά μαλλιά και μία υποψία αυτονομημένης υπεροπτικής μιζέριας. Με όποια διάθεση βρισκότανε εύκαιρη σκάλιζε τη μύτη του για να καλλιεργήσει ιδέες που σκοπό είχαν την ανατροπή της ιδέας που έλεγε ότι οι μεγάλες ιδέες απαιτούν καλλιεργημένες μύτες.

Στη γη συνάντησε το χώμα που έφτυσε αίμα για να τον χτίσει, και με μία χούφτα της έμπνευσης, γέμισε το στόμα του με τους κόκκους της ύπαρξης που αγνοήθηκαν. Με ό,τι περίσσεψε έστησε ένα τοτέμ της πίστης ανυπεράσπιστων μυρμηγκιών που ζούνε με φωνήεντα σε διάταση στον πάτο επιτηδευμένων θεών της μίμησης της τροχιάς αστεριών που αγνοήθηκαν πριν την εξύψωση τους στον ουρανό της ηλεκτρονικής αυλής, η οποία τρίζει τον ύπνο της στα δόντια της νύχτας καθώς τα μηρυκαστικά της ισχύουσας ροπής του δίσκου που αποκαλείται σελήνη, στήνουν με το βόμβο των γνάθων τους, τη σκηνή της εμπλεκόμενης με την παρόρμηση της αυτοαναίρεσης της συνύπαρξης ετεροτήτων που διακρίνονται στο σπορ της υπερκατανάλωσης αταξικού χρόνου.

Στο πιάνο έπαιζε όπως πάντα ο Sam, το ουίσκι άνοιγε λαίμαργα τρύπες στον μεταιχμιακό πάγο της σιγής πριν τον τριγμό της κατάρρευσης της δοξασίας που θέλει το μπάρμαν να ακούει τις σκέψεις που ψιθυρίζονται υπό τη γρήγορη σκιά της υπό διαπραγμάτευση συσχέτισης άνευρων στίχων, και η πόρτα έκλεισε πίσω της, τον άδειο δρόμο, με θόρυβο μην τυχόν ξημερώσει με καυτό τυρί σε χυμένη Mc Farland.

Για να περάσει απέναντι χάρισε τα καινούρια του παπούτσια σε έναν ζητιάνο χωρίς πόδια.

Εκείνος σηκώθηκε, κοίταξε στον ουρανό ένα δόντι, και με τα καινούρια του παπούτσια πέταξε ψηλά…

Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010

ο,τι μου μοιάζει δεν υπάρχει στο τετράγωνο


άλλη μία πανσέληνος1
μέρα
με μάτια πικρά
οιμωγές σε θερμοκρασία δωματίου
αγγίζω
τη στιγμιαία μεταβολή των δακρύων σου
σε αργή κίνηση
όπως λιωμένο παράθυρο(η εγκράτεια του αναπόδραστου πλαισίου)
παρακολουθώ
πίσω από τις βίαιες συνάξεις
των καθωσπρέπει καταπατητών
ποτέ
όπως υπάρχει σε αναζήτηση
έρποντας ο καπνός
ο καρπός και η απόσταση εντός μου
να διακρίνω
λεπτές αποχρώσεις
της απόχρωσης (λ΄)

1:όπου κοινοτοπία

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010

Η συστολή του εύκρατου κύκλου



Με τα μάτια σταθμευμένα στην άνοδο, συλλαμβάνω το σημείο ανάμεσα στο πρόσωπο και την οπή του προσώπου, να μηρυκάζει την κάθοδο στο στενό και υγρό της εκκίνηση μιας αλληλουχίας, ένα ντόμινο, κατά τα άλλα τυχαίων, αλληλοσυγκρουόμενων οδηγιών εκτύλιξης του ιστού της ηλεκτρονικά αναδυόμενης άνοιας, μίας μεθόδου ερμηνείας του τυχαίου που καθιστά την ερμηνεία καθεαυτήν άχρηστη, αφού το μόνο βέβαιο είναι η παντελής έλλειψη βεβαιότητας, αυτή η απώλεια βαρύτητας που καθιστά κάθε λέξη μετέωρη, κάθε έκφραση πεπερασμένη.
Δεν θα προσπαθήσω να γράψω γιαυτό, άλλωστε αυτό έχει παρέλθει... είναι ήδη εκεί

ΚαλημέραΦuckMe


Εξωτερικό
Πρωί
Με τα μάτια κατρακυλάω στα σκαλοπάτια να συναντήσω το νεκρό σκύλο
Πλησιάζω το κουφάρι
Ένα ρυάκι από poisoned σίελο αστράφτει στον γελοίο ήλιο της καθημερινότητας
Μία Porche Cayman αστράφτει δίπλα του κάτω από τα επίμονα χέρια των καθημερινών σκλάβων του BP
Μου φάνηκε ή όντως κινήθηκες
Να μαζέψω τα κύτταρα μου να τα αποστείλω με απλό ταχυδρομείο στο Hong Kong
Σώματα που μυρίζουν μεσημέρι, στριμώχνονται κι αδειάζουν τις τρίχες τους στο Box μου από πάγο
Πρέπει να σε απομακρύνω
Να σε πάρω από αυτό το εδώ που ποτέ δεν ήταν δικό σου
Μαύρη σακούλα απορριμάτων που δεν έφτασαν ποτέ τα χέρια μου
Το πνεύμα σου δίπλα από τον κάδο της σκατένιας ψυχής μου
Μου φάνηκε ή όντως κινήθηκες
Καθώς εκταμιεύω χρόνο από ΑΤΜ διακοπή για διαφημίσεις
Διαχείριση του αέρα σε προνομιακή τιμή: ΤΩΡΑ ΜόΝο Για ΣέΝα
Κινήθηκες στο πρωινό που ονειρεύεται τον νυχτερινό εφιάλτη
Έχεις ξανάρθει εδώ
Με τη γλώσσα έξω χαμογελώντας σαν Άγγλος ιππότης
Απαιτώντας ένα χάδι που δεν περίσσευε
Στο δρόμο συνάντησα έναν Χάπι
Είχε τη γεύση του κόκκινου όταν σβήνει σε μαύρο

Διαιωνίζοντας τη ροπή του καρότου


... ο διακοσμητικός ρόλος των ματιών, η εξίσου σημαντική απόσταση της ακοής από την αίσθηση, η προσήλωση στην αστοχία των υλικών η επιτηδευμένη ελευθερία της αναζήτησης του νοήματος, του δικαίου, της πραγματικότητας.

Γράφω πως διαβάζω ότι εδώ γράφεται πως η μαζική κουλτούρα δικτυωμένη πλέον σε ένα ευρύτερο εικονικό δίκτυο διάδοσης της εμπειρίας ως μεταδοτικής νόσου και της διαρκώς επεκτεινόμενης προβολής του απωθημένου "εγώ" σε διάσταση, οδηγεί σε μία απόπειρα επιβολής της υποκειμενικότητας με όρους καθολικής σημασίας (ή εγώ ή τίποτα), σε μία υφέρπουσα λογοκρισία απόρροια του ρατσιστικού Urban Facto, κι ενώ όλοι γνώριζαν πως ορισμένα στραβά δόντια μπορούν να στρώσουν και χωρίς Hardware επεμβάσεις τώρα όλοι προτείνουν πακέτα επιδιόρθωσης σε προνομιακές τιμές για εκείνους που χαμογέλασαν όταν έπρεπε.

Δεν φτάνει μόνο να κοιτάζεις τον καθρέπτη
πρέπει λίγο να νιώθεις αυτό που σε κοιτάζει

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

χτύπος σε λευκό καμβά





ξεκινώντας με άρνηση: δεν καταλαβαίνω=(κανέναν, τίποτα, κάτι, ένα, όλα)άπειρο/πεπερασμένο2
στο τηλέφωνο: ανακαλύπτεται ο χώρος μέσα του να χωρέσει η φρίκη/προσπαθώ, και καθώς προσπαθώ όλο περισσότερο λίγο από αυτό καταφέρνω>τίποτα
στο δρόμο πάνω από τη βροχή με σταματάει ένας φίλος, είναι καπνός και παρά το κρύο που κάνει, χαϊδεύει την υγρασία και μου δίνει να φάω το αριστερό του χέρι, εκείνου δεν του χρειάζεται τώρα που διορίστηκε στο τμήμα διακίνησης οδηγών, λέει
στο γραφείο:ο τοίχος χαμογελάει σαν ηλίθιος με συνέπεια τον επιπόλαιο θυμό μου, καταριέμαι τα ανοιχτά διαστήματα και στο grid>undo=έχω έναν υπερχρονισμένο εσκιμώο που μιλάει με τη γάτα του γείτονα αλλά τελικά πεινάει σαν άγγελος μετά την προσευχή.
ερώτηση:απάντηση=περιττό>να κοιμηθείς σαν μωρό και να ξυπνήσεις θυμωμένος, σε αυτό τον κόσμο ζεις γαμημένο αρχίδι>θα σε σβήσω όπως με έγραψες και στο λεκέ που θα αφήσεις θα φτύσω.
κάνω όπως δεν κάνω, παράνοια όταν εκείνος που δεν είναι κιόλας κανένας ιδιαίτερα κάνει πως κάνει ότι κάνει πως είναι εκεί, σε αυτό το εκεί που είναι το δικό μου εδώ και αυτό με γεμίζει με ασύμφορο πόνο. Από πού να κρατηθώ, αναρωτιέμαι, κι είναι ήδη αργά για διαλογισμό, έξω νυχτώνει ενώ μέσα ήταν νύχτα πάντα, όμως εγώ δεν γνωρίζω τίποτα άλλο πέρα από αυτό που μου αφήνεις στο χέρι, δεν απαιτώ να μάθω τι κρύβεις στις τσέπες σου, ούτε να μοιράσεις τη σανίδα σου γιατί αυτό δεν υπάρχει, δεν μου ανήκει.
ξανά το κεφάλι στα πόδια, με βία τη βία, τα λευκά χαρτιά στον αέρα, και στο στόμα μόνο χώμα.

Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010

Stop

πόνος, όπως χρόνος
κιβώτιο της επανάληψης για εκείνη
θρόμβος υπότασης
εκείνος
βόμβος, ο ερχομός της εκκίνησης
η απώλεια της έλξης
σιχαίνομαι
όπως γυαλίζω δάχτυλα για απέλαση
ενώ ήμουν εδώ
εγώ που ανήκω
ερευγμός ανικανοποίητης απώθησης
αντιστέκομαι
στην έλξη που ασκεί ο νιπτήρας
στην άρνηση που ζω
ασθμαίνοντας άλλογα

Περιμένοντας ένα σκύλο


ασθμαίνοντας εγκατάλειψη
στο άδειο παράθυρο/ ο θόρυβος που αφήνει πίσω της η σκόνη
όταν ελευθερώνει
σώμα-ψυγείο άθικτο

ακούγοντας δυσωδία
το χάδι της τηλεόρασης
στα βλέφαρα ζούνε σκιές που σχεδιάζουν μάτια
λέξεις

σκαλίζω στον τοίχο έναν κήπο
ανθίζουν πάνω εκεί
κανίβαλοι υδροχόοι
η καρδιά μου χτυπάει
περισσεύοντας

εγκαταλειμμένο χαμόγελο
σε καρέκλα μόνη
άθικτος πόνος στρέφει
μηχανικό τιμόνι
οδηγώ τον κατήφορο
της προσωπικής μεταμέλειας
μιας αντιστροφής σε σήψη
με την περιέργεια γατοτροφής
που αδειάζει τα σωθικά
εργαστηρίων ύπνου

κοιμάμαι
πουλί σε microwave μικροκλίμα
ονειρεύομαι πως ξυπνάω
ντινγκ!