Δευτέρα 13 Απριλίου 2009

AdayAfter(burning)

Επόμενη μέρα, η μετά από εκείνη που δίψασες στο σκοτάδι/μέρα. Ο φόβος χαμογελάει καθώς ξαποσταίνει από το τέλος της κούρσας, της χωρίς μάταιο τέλος επιβεβαίωσης. Τα μάτια αδίστακτα συναντιούνται ξανά στο σκοτάδι της τελικής έκλυσης, το απόσταγμα των στιγμών της βίας, σε δοχείο των 5ltr, για χάρη ενός gourmet της αγάπης.
Τα χέρια μηχανεύονται τους τρόπους για να είναι μαζί, σχεδιάζουν στον αέρα τα σύρματα που τα ενώνουν. Ο ουρανός ανοίγει τις πόρτες του για να κλείσει στο blue την αδημονούσα ευχέρεια της μετά-συγχώρεσης. Τα χέρια αστειεύονται ασφαλώς-rubbing με λίπος αθώας φώκιας
Η αγκαλιά, όπως λυτρώνει, μεγαλώνει μέσα σου την απόλυτη αίσθηση της ολίσθησης σε ζεστό καφέ με baileys, την πυκνότητα του αλκοόλ με γάλα, την παραφορά των ανθρώπων που σιχαίνονται το γάλα και την καταστροφή του πιάνου. Η αλληλουχία της δημιουργίας και η έναρξη του τέλους της/διψάω, πεινάω, στέγη πάνω στο κεφάλι του πόνου/πονώντας καθώς αγνοείς τον πόνο του άλλου, τον φόβο του κενού, την απώλεια του βλέμματος του στην ράχη του άδειου πουκαμίσου σου.
Πώς να εξηγήσεις, ότι ακόμα κι αν δεν μπορείς να καταλάβεις το πως, η ευθύνη της άγνοιας είναι δική σου, ότι δηλαδή η απώλεια της βαρύτητας και ο ήλιος που τρέφεται με το σκοτάδι των βλεφάρων σου, είναι ο μόνος τρόπος να μετοικήσεις στο παρόν, μακριά από τις χίμαιρες της ενηλικίωσης, από τον εφιάλτη που ξυπνάει τη νύχτα μέσα στη μέρα.
Ο λόγος επισκευάζεται όπως το ψυγείο που ενοχλεί, στο σκοτάδι διασκευάζει τα χνώτα της νύχτας, διακριτικά συντηρεί την επάνοδο στην βρώση.
Να τραφείς από τα δάκρυα που πνίγω, όχι εγώ, όχι γιατί πνίγω, το αίμα μου, μόνο επειδή λερώνω με τις βρώμικες πατούσες μου το τζάμι του παραθύρου και σου ζητάω να περάσεις έξω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: